Τι χρειάζεται η Ελλάδα για να παραμείνει στο ευρώ
του Christian Odendahl
Ένα κατεστραμμένο τραπεζικό σύστημα και μια παρατεταμένη απειλή της εξόδου από την ευρωζώνη, θα έπληττε οποιαδήποτε οικονομία.
Η Ελλάδα χρειάζεται ταχεία δράση για την αποκατάσταση του χρηματοπιστωτικού της κλάδου, και ένα τέλος σε όλες τις απειλές για Grexit, ένα μεγαλύτερο ευρωπαϊκό επενδυτικό πρόγραμμα από αυτό που σχεδιάζεται αυτή τη στιγμή, ελάφρυνση χρέους και ένα διακομματικό ελληνικό σχέδιο για τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις.
Η οικονομία της Ελλάδας βρίσκεται σε δεινή θέση μετά από μήνες πολιτικής κακοδιαχείρισης και μικροπολιτικής, η οποία κορυφώθηκε με το κλείσιμο των τραπεζών της χώρας, την επιβολή capital controls και την απειλή της εξόδου από την ευρωζώνη. Μια τέτοια κατάσταση θα ήταν τοξική για οποιαδήποτε οικονομία, αλλά κυρίως για μια υπερχρεωμένη που βρέθηκε σε οικονομική ύφεση και σε επείγουσα ανάγκη για μεταρρυθμίσεις. Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα ωστόσο, ίσως να μην είναι πολιτικά εφικτό, από την πλευρά των Ελλήνων ή της υπόλοιπης ευρωζώνης -οπότε αξίζει να αναλογιστεί κανείς εάν είναι προς όφελος της Ελλάδας να εγκαταλείψει την ευρωζώνη.
Η πρώτη βασική προϋπόθεση για να παραμείνει η Ελλάδα μέλος της ευρωζώνης, είναι ένα λειτουργικό τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες, που θεωρήθηκαν φερέγγυες από τη νέα ενιαία ευρωπαϊκή εποπτική αρχή στα stress tests του Οκτωβρίου, στηρίζονται στην έκτακτη χρηματοδότηση του ELA από την ΕΚΤ. Ο λόγος είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν μπορούν να πουλήσουν τα μη ρευστοποιήσιμα assets όπως τα επιχειρηματικά δάνεια, όσο γρήγορα θέλουν οι Έλληνες καταναλωτές που αυτή τη στιγμή θέλουν να αποσύρουν λεφτά από τους λογαριασμούς τους. Ο ELA έχει στόχο να σταματήσει τέτοια bank runs, παρέχοντας ρευστότητα έναντι μη ρευστοποιήσιμων collateral -κάτι που είναι κεντρικό στην εντολή κάθε κεντρικής τράπεζας. Το πρόβλημα είναι ότι το collateral των ελληνικών τραπεζών εξαρτάται εν μέρει από την φερεγγυότητα της ελληνικής κυβέρνησης: κάποια assets είναι φορολογικές πιστώσεις, άλλα είναι εγγυημένα από το κράτος.
Η ΕΚΤ έλαβε την πολιτική απόφαση πριν το ελληνικό δημοψήφισμα, να σταματήσει να αυξάνει τον ELA, το οποίο οδήγησε το τραπεζικό σύστημα να κλείσει. Αυτό έχει υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα, έπληξε την κατανάλωση και τις επενδύσεις, και κατέστησε αναγκαία μια ακόμη ανακεφαλαιοποίηση, μέχρι και 25 δισ. ευρώ. Το όριο στον ELA ήταν μια πολύ δαπανηρή πολιτική απειλή που δεν κατόρθωσε να εντυπωσιάσει: οι Έλληνες ψήφισαν "όχι” στην πρόταση των πιστωτών σε κάθε περίπτωση. Όσο περισσότερο αργεί μια ανακεφαλαιοποίηση εξαιτίας της απουσίας συμφωνίας, τόσο μεγαλύτερη είναι η ζημιά στην ελληνική οικονομία. Επιπλέον, είναι ακόμη ασαφές τι θα τεθεί για bail-in, εκτός των κατόχων μη εξασφαλισμένων ομολόγων και τίτλων. Εάν οι μη εξασφαλισμένες καταθέσεις μετατραπούν σε τραπεζικό κεφάλαιο, η ελληνική οικονομία θα δεχθεί ένα ακόμη πλήγμα. Οι μη εξασφαλισμένες καταθέσεις στις τράπεζες είναι σε μεγάλο βαθμό το κεφάλαιο κίνησης των επιχειρήσεων (εκτός του χρηματοπιστωτικού κλάδου). Η ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να γίνει άμεσα, και πρέπει να αφήσει εκτός, όλων των ειδών της καταθέσεις, για να διαφυλάξει την όποια εμπιστοσύνη παραμένει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Δεύτερον, η απειλή της εξόδου από την ευρωζώνη πρέπει να τελειώσει. Προκειμένου να επανέλθουν επενδύσεις, οι επιχειρήσεις, καταναλωτές και επενδυτές, πρέπει να είναι σίγουροι ότι η Ελλάδα θα παραμείνει μέλος της ευρωζώνης. Μια παρατεταμένη απειλή εξόδου από το ευρώ, θα σκοτώσει κάθε ανάκαμψη, και θα καταστήσει την απειλή της εξόδου αυτοεκπληρούμενη. Αλλά η ίδια η πρόταση -δημοσίως- του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Wolfgang Schaeuble, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να φύγει από το ευρώ, δεν θα ξεχαστεί. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που την επανέλαβε αφού οι πιστωτές είχαν έλθει σε συμφωνία με την Ελλάδα στις 13 Ιουλίου, προφανώς αγνοώντας το γεγονός ότι την υπονομεύει σοβαρά.
Για να εξαφανίσουν κάθε απειλή εξόδου, οι πιστωτές πρέπει να διπλασιάσουν το μέγεθος του προτεινόμενου επενδυτικού σχεδίου για την Ελλάδα. Η ΕΕ σκοπεύει να απελευθερώσει νωρίς και να επιταχύνει την εκταμίευση των ήδη συμφωνηθέντων διαρθρωτικών κεφαλαίων. Ενώ αποτελεί μια καλή ιδέα κατ αρχάς, δεν θα δώσει μια τόνωση, διότι οι επενδύσεις διαρθρωτικών κεφαλαίων ήταν υψηλότερα του μέσου όρου και το 2013 και το 2014. Ο συνδυασμός των υψηλότερων του μέσου όρου ευρωπαϊκών κεφαλαίων και η διακοπή της λιτότητας, εξηγεί εν πολλοίς γιατί η ελληνική οικονομία σταμάτησε να συρρικνώνεται το 2014. Το καλύτερο αποτέλεσμα από τον εκ των προτέρων εκταμίευση των κεφαλαίων της ΕΕ θα ήταν ένα παρόμοιο ποσό επενδύσεων όπως αυτό του περασμένου έτους, το οποίο δεν θα αντιστοιχούσε σε ένα επιπλέον πρόγραμμα τόνωσης, και ασφαλώς δεν θα ήταν αρκετό να αντισταθμίσει την δημοσιονομική σύσφιξη που αναμένεται να περιλαμβάνει το επικείμενο μνημόνιο. Για να αντισταθμιστεί αυτή η νέα λιτότητα, η ευρωζώνη θα πρέπει να αυξήσει τα κεφάλαια για επενδύσεις από τα 35 στα 70 δισ. ευρώ σε επτά χρόνια.
Πολιτικά, οι ηγέτες της ΕΕ πρέπει να δεσμευθούν πιο έντονα ότι η ευρωζώνη είναι αμετάκλητη εκτός κι αν ένα κράτος-μέλος ζητήσει να αποχωρήσει. Η Angela Merkel ασφαλώς θα δεχθεί κριτική για μια τέτοια δέσμευση, από τη στιγμή που πολλοί στη Γερμανία βλέπουν την απειλή της εξόδου ως ένα μέσο για την επιβολή πειθαρχίας. Αλλά αυτό το επιχείρημα διακινδυνεύει ο ηθικός κίνδυνος να φτάσει πολύ μακριά, πιθανώς καθιστώντας την απειλή αυτοεκπληρούμενη σε μια σοβαρή κρίση.
Μια άλλη προϋπόθεση για να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ, είναι η πολιτική κυριότητα από την Ελλάδα των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να απελευθερωθεί η δυναμική ανάπτυξης στην χώρα. Η ευρωζώνη, γνωρίζοντας ότι η ελληνική πολιτική τάξη είναι εχθρική προς τις μεταρρυθμίσεις, προσπαθεί να διαχειριστεί τη διαδικασία και επιμένει ότι τα μέτρα πρέπει να ληφθούν πριν εκταμιευτούν τα κεφάλαια διάσωσης (prior actions). Το πρόβλημα ασφαλώς είναι πως οι Έλληνες δεν μπορούν να αναγκαστούν να αναλάβουν την κυριότητα των μεταρρυθμίσεων. Επιπλέον, το είδος των θεσμικών μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η Ελλάδα, θα πάρει καιρό, και δεν θα είναι βιώσιμες μέχρι να αλλάξει ο τρόπος που λειτουργεί το πολιτικό σύστημα.
Αυτό που χρειάζεται για να μεταρρυθμιστεί η χώρα, είναι ένα διακομματικό, ελληνικό σχέδιο σε βασικούς τομείς μεταρρυθμίσεων -το δικαστικό σύστημα, η γραφειοκρατία, η είσπραξη φόρων, οι ιδιωτικοποιήσεις και η απορρύθμιση των προϊοντικών αγορών. Αυτό το σχέδιο θα χρειαστεί την υποστήριξη μεγάλου μέρους της κοινωνίας και θα ήταν ιδανικό αν εποπτευόταν από Έλληνες εμπειρογνώμονες και όχι από την τρόικα. Ο Τσίπρας πρέπει να είναι ο ηγέτης αυτής της ευρείας μεταρρυθμιστικής συναίνεσης, και τέλος να αρχίσει να φέρνει αποτελέσματα στις μεταρρυθμίσεις που έχει υποσχεθεί. Ένα τέτοιο ελληνικό σχέδιο θα μπορούσε τότε να υποστηριχθεί από την υπόλοιπη Ευρώπη μέσω τόσο οικονομικής και τεχνικής βοήθειας. Το να βασιστούν σε ένα ελληνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων, θα αποτελούσε ασφαλώς ένα άλμα εμπιστοσύνης για τους πιστωτές, αλλά μετά από χρόνια ανεπιτυχών προσπαθειών μεταρρύθμισης σε αυτούς τους βασικούς τομείς, ένα τέτοιο άλμα αξίζει να το κάνει κανείς.
Η ελάφρυνση χρέους είναι το τελευταίο στοιχείο στη λίστα των ελληνικών αναγκών. Αν και το ελληνικό χρέος οφείλεται κυρίως σε επίσημους πιστωτές και μπορεί να εξυπηρετηθεί από τους τρέχοντες ευνοϊκούς όρους, η αναδιάρθρωση του χρέους είναι ακόμη αναγκαίο. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αναχρηματοδοτήσει το φορτίο χρέους στις αγορές, έτσι αν δεν μειωθεί σε ένα επίπεδο που οι επενδυτές θεωρούν πως είναι βιώσιμο, η χώρα θα παραμείνει εξαρτημένη από χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους από τους πιστωτές και η απειλή του Grexit θα παραμείνει. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα σαφές, ρεαλιστικό σχέδιο και ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης του χρέους έτσι ώστε οι πολίτες έχουν ένα κίνητρο να εφαρμόσει τις αυστηρές θεσμικές μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες, και οι επενδυτές μπορεί να είναι βέβαιοι ότι τ μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στην ευρωζώνη. Εάν η ανάπτυξη παραμένει χαμηλή παρά τις ελληνικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει προβλέψεις που αυτομάτως να αυξάνει την ελάφρυνση χρέους.
Εάν αυτά τα μέτρα αποδειχθούν πολιτικά αδύνατα, για οποιαδήποτε πλευρά, η Ελλάδα ίσως να είναι καλύτερα εκτός ευρώ. Εξάλλου, λίγο πριν επιτευχθεί η συμφωνία διάσωσης, η Γερμανία φάνηκε να προσφέρει σχετικά γενναιόδωρους όρους, συμπεριλαμβανομένης της ελάφρυνσης χρέους, της τεχνικής βοήθειας και της ανθρωπιστικής βοήθειας, εάν η Ελλάδα συμφωνούσε να φύγει. Ενώ τέτοια γενναιοδωρία αντανακλά άσχημα τα κίνητρα των Γερμανών διαπραγματευτών, μια διαχειρίσιμη και υποστηριζόμενη έξοδο θα μπορούσε να είναι λιγότερο επώδυνη για την Ελλάδα από ένα ακόμη πρόγραμμα που δεν εφαρμόζεται, λειτουργώντας κάτω από τη σκιά του κινδύνου μιας εξόδου. Για την ευρωζώνη, το Grexit θα ήταν μια πολιτική αποτυχία επικών διαστάσεων, και ένα μεγάλο οικονομικό ρίσκο. Σίγουρα θα ήταν καλύτερα να διατηρηθεί η Ελλάδα εντός ευρωζώνης, χωρίς "αν” και "όμως”.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.cer.org.uk/publications/archive/bulletin-article/2015/how-keep-greece/
Η οικονομία της Ελλάδας βρίσκεται σε δεινή θέση μετά από μήνες πολιτικής κακοδιαχείρισης και μικροπολιτικής, η οποία κορυφώθηκε με το κλείσιμο των τραπεζών της χώρας, την επιβολή capital controls και την απειλή της εξόδου από την ευρωζώνη. Μια τέτοια κατάσταση θα ήταν τοξική για οποιαδήποτε οικονομία, αλλά κυρίως για μια υπερχρεωμένη που βρέθηκε σε οικονομική ύφεση και σε επείγουσα ανάγκη για μεταρρυθμίσεις. Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα ωστόσο, ίσως να μην είναι πολιτικά εφικτό, από την πλευρά των Ελλήνων ή της υπόλοιπης ευρωζώνης -οπότε αξίζει να αναλογιστεί κανείς εάν είναι προς όφελος της Ελλάδας να εγκαταλείψει την ευρωζώνη.
Η πρώτη βασική προϋπόθεση για να παραμείνει η Ελλάδα μέλος της ευρωζώνης, είναι ένα λειτουργικό τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες, που θεωρήθηκαν φερέγγυες από τη νέα ενιαία ευρωπαϊκή εποπτική αρχή στα stress tests του Οκτωβρίου, στηρίζονται στην έκτακτη χρηματοδότηση του ELA από την ΕΚΤ. Ο λόγος είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν μπορούν να πουλήσουν τα μη ρευστοποιήσιμα assets όπως τα επιχειρηματικά δάνεια, όσο γρήγορα θέλουν οι Έλληνες καταναλωτές που αυτή τη στιγμή θέλουν να αποσύρουν λεφτά από τους λογαριασμούς τους. Ο ELA έχει στόχο να σταματήσει τέτοια bank runs, παρέχοντας ρευστότητα έναντι μη ρευστοποιήσιμων collateral -κάτι που είναι κεντρικό στην εντολή κάθε κεντρικής τράπεζας. Το πρόβλημα είναι ότι το collateral των ελληνικών τραπεζών εξαρτάται εν μέρει από την φερεγγυότητα της ελληνικής κυβέρνησης: κάποια assets είναι φορολογικές πιστώσεις, άλλα είναι εγγυημένα από το κράτος.
Η ΕΚΤ έλαβε την πολιτική απόφαση πριν το ελληνικό δημοψήφισμα, να σταματήσει να αυξάνει τον ELA, το οποίο οδήγησε το τραπεζικό σύστημα να κλείσει. Αυτό έχει υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα, έπληξε την κατανάλωση και τις επενδύσεις, και κατέστησε αναγκαία μια ακόμη ανακεφαλαιοποίηση, μέχρι και 25 δισ. ευρώ. Το όριο στον ELA ήταν μια πολύ δαπανηρή πολιτική απειλή που δεν κατόρθωσε να εντυπωσιάσει: οι Έλληνες ψήφισαν "όχι” στην πρόταση των πιστωτών σε κάθε περίπτωση. Όσο περισσότερο αργεί μια ανακεφαλαιοποίηση εξαιτίας της απουσίας συμφωνίας, τόσο μεγαλύτερη είναι η ζημιά στην ελληνική οικονομία. Επιπλέον, είναι ακόμη ασαφές τι θα τεθεί για bail-in, εκτός των κατόχων μη εξασφαλισμένων ομολόγων και τίτλων. Εάν οι μη εξασφαλισμένες καταθέσεις μετατραπούν σε τραπεζικό κεφάλαιο, η ελληνική οικονομία θα δεχθεί ένα ακόμη πλήγμα. Οι μη εξασφαλισμένες καταθέσεις στις τράπεζες είναι σε μεγάλο βαθμό το κεφάλαιο κίνησης των επιχειρήσεων (εκτός του χρηματοπιστωτικού κλάδου). Η ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να γίνει άμεσα, και πρέπει να αφήσει εκτός, όλων των ειδών της καταθέσεις, για να διαφυλάξει την όποια εμπιστοσύνη παραμένει στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Δεύτερον, η απειλή της εξόδου από την ευρωζώνη πρέπει να τελειώσει. Προκειμένου να επανέλθουν επενδύσεις, οι επιχειρήσεις, καταναλωτές και επενδυτές, πρέπει να είναι σίγουροι ότι η Ελλάδα θα παραμείνει μέλος της ευρωζώνης. Μια παρατεταμένη απειλή εξόδου από το ευρώ, θα σκοτώσει κάθε ανάκαμψη, και θα καταστήσει την απειλή της εξόδου αυτοεκπληρούμενη. Αλλά η ίδια η πρόταση -δημοσίως- του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, Wolfgang Schaeuble, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να φύγει από το ευρώ, δεν θα ξεχαστεί. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που την επανέλαβε αφού οι πιστωτές είχαν έλθει σε συμφωνία με την Ελλάδα στις 13 Ιουλίου, προφανώς αγνοώντας το γεγονός ότι την υπονομεύει σοβαρά.
Για να εξαφανίσουν κάθε απειλή εξόδου, οι πιστωτές πρέπει να διπλασιάσουν το μέγεθος του προτεινόμενου επενδυτικού σχεδίου για την Ελλάδα. Η ΕΕ σκοπεύει να απελευθερώσει νωρίς και να επιταχύνει την εκταμίευση των ήδη συμφωνηθέντων διαρθρωτικών κεφαλαίων. Ενώ αποτελεί μια καλή ιδέα κατ αρχάς, δεν θα δώσει μια τόνωση, διότι οι επενδύσεις διαρθρωτικών κεφαλαίων ήταν υψηλότερα του μέσου όρου και το 2013 και το 2014. Ο συνδυασμός των υψηλότερων του μέσου όρου ευρωπαϊκών κεφαλαίων και η διακοπή της λιτότητας, εξηγεί εν πολλοίς γιατί η ελληνική οικονομία σταμάτησε να συρρικνώνεται το 2014. Το καλύτερο αποτέλεσμα από τον εκ των προτέρων εκταμίευση των κεφαλαίων της ΕΕ θα ήταν ένα παρόμοιο ποσό επενδύσεων όπως αυτό του περασμένου έτους, το οποίο δεν θα αντιστοιχούσε σε ένα επιπλέον πρόγραμμα τόνωσης, και ασφαλώς δεν θα ήταν αρκετό να αντισταθμίσει την δημοσιονομική σύσφιξη που αναμένεται να περιλαμβάνει το επικείμενο μνημόνιο. Για να αντισταθμιστεί αυτή η νέα λιτότητα, η ευρωζώνη θα πρέπει να αυξήσει τα κεφάλαια για επενδύσεις από τα 35 στα 70 δισ. ευρώ σε επτά χρόνια.
Πολιτικά, οι ηγέτες της ΕΕ πρέπει να δεσμευθούν πιο έντονα ότι η ευρωζώνη είναι αμετάκλητη εκτός κι αν ένα κράτος-μέλος ζητήσει να αποχωρήσει. Η Angela Merkel ασφαλώς θα δεχθεί κριτική για μια τέτοια δέσμευση, από τη στιγμή που πολλοί στη Γερμανία βλέπουν την απειλή της εξόδου ως ένα μέσο για την επιβολή πειθαρχίας. Αλλά αυτό το επιχείρημα διακινδυνεύει ο ηθικός κίνδυνος να φτάσει πολύ μακριά, πιθανώς καθιστώντας την απειλή αυτοεκπληρούμενη σε μια σοβαρή κρίση.
Μια άλλη προϋπόθεση για να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ, είναι η πολιτική κυριότητα από την Ελλάδα των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για να απελευθερωθεί η δυναμική ανάπτυξης στην χώρα. Η ευρωζώνη, γνωρίζοντας ότι η ελληνική πολιτική τάξη είναι εχθρική προς τις μεταρρυθμίσεις, προσπαθεί να διαχειριστεί τη διαδικασία και επιμένει ότι τα μέτρα πρέπει να ληφθούν πριν εκταμιευτούν τα κεφάλαια διάσωσης (prior actions). Το πρόβλημα ασφαλώς είναι πως οι Έλληνες δεν μπορούν να αναγκαστούν να αναλάβουν την κυριότητα των μεταρρυθμίσεων. Επιπλέον, το είδος των θεσμικών μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η Ελλάδα, θα πάρει καιρό, και δεν θα είναι βιώσιμες μέχρι να αλλάξει ο τρόπος που λειτουργεί το πολιτικό σύστημα.
Αυτό που χρειάζεται για να μεταρρυθμιστεί η χώρα, είναι ένα διακομματικό, ελληνικό σχέδιο σε βασικούς τομείς μεταρρυθμίσεων -το δικαστικό σύστημα, η γραφειοκρατία, η είσπραξη φόρων, οι ιδιωτικοποιήσεις και η απορρύθμιση των προϊοντικών αγορών. Αυτό το σχέδιο θα χρειαστεί την υποστήριξη μεγάλου μέρους της κοινωνίας και θα ήταν ιδανικό αν εποπτευόταν από Έλληνες εμπειρογνώμονες και όχι από την τρόικα. Ο Τσίπρας πρέπει να είναι ο ηγέτης αυτής της ευρείας μεταρρυθμιστικής συναίνεσης, και τέλος να αρχίσει να φέρνει αποτελέσματα στις μεταρρυθμίσεις που έχει υποσχεθεί. Ένα τέτοιο ελληνικό σχέδιο θα μπορούσε τότε να υποστηριχθεί από την υπόλοιπη Ευρώπη μέσω τόσο οικονομικής και τεχνικής βοήθειας. Το να βασιστούν σε ένα ελληνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων, θα αποτελούσε ασφαλώς ένα άλμα εμπιστοσύνης για τους πιστωτές, αλλά μετά από χρόνια ανεπιτυχών προσπαθειών μεταρρύθμισης σε αυτούς τους βασικούς τομείς, ένα τέτοιο άλμα αξίζει να το κάνει κανείς.
Η ελάφρυνση χρέους είναι το τελευταίο στοιχείο στη λίστα των ελληνικών αναγκών. Αν και το ελληνικό χρέος οφείλεται κυρίως σε επίσημους πιστωτές και μπορεί να εξυπηρετηθεί από τους τρέχοντες ευνοϊκούς όρους, η αναδιάρθρωση του χρέους είναι ακόμη αναγκαίο. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αναχρηματοδοτήσει το φορτίο χρέους στις αγορές, έτσι αν δεν μειωθεί σε ένα επίπεδο που οι επενδυτές θεωρούν πως είναι βιώσιμο, η χώρα θα παραμείνει εξαρτημένη από χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους από τους πιστωτές και η απειλή του Grexit θα παραμείνει. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα σαφές, ρεαλιστικό σχέδιο και ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης του χρέους έτσι ώστε οι πολίτες έχουν ένα κίνητρο να εφαρμόσει τις αυστηρές θεσμικές μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες, και οι επενδυτές μπορεί να είναι βέβαιοι ότι τ μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στην ευρωζώνη. Εάν η ανάπτυξη παραμένει χαμηλή παρά τις ελληνικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει προβλέψεις που αυτομάτως να αυξάνει την ελάφρυνση χρέους.
Εάν αυτά τα μέτρα αποδειχθούν πολιτικά αδύνατα, για οποιαδήποτε πλευρά, η Ελλάδα ίσως να είναι καλύτερα εκτός ευρώ. Εξάλλου, λίγο πριν επιτευχθεί η συμφωνία διάσωσης, η Γερμανία φάνηκε να προσφέρει σχετικά γενναιόδωρους όρους, συμπεριλαμβανομένης της ελάφρυνσης χρέους, της τεχνικής βοήθειας και της ανθρωπιστικής βοήθειας, εάν η Ελλάδα συμφωνούσε να φύγει. Ενώ τέτοια γενναιοδωρία αντανακλά άσχημα τα κίνητρα των Γερμανών διαπραγματευτών, μια διαχειρίσιμη και υποστηριζόμενη έξοδο θα μπορούσε να είναι λιγότερο επώδυνη για την Ελλάδα από ένα ακόμη πρόγραμμα που δεν εφαρμόζεται, λειτουργώντας κάτω από τη σκιά του κινδύνου μιας εξόδου. Για την ευρωζώνη, το Grexit θα ήταν μια πολιτική αποτυχία επικών διαστάσεων, και ένα μεγάλο οικονομικό ρίσκο. Σίγουρα θα ήταν καλύτερα να διατηρηθεί η Ελλάδα εντός ευρωζώνης, χωρίς "αν” και "όμως”.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.cer.org.uk/publications/archive/bulletin-article/2015/how-keep-greece/
.